Στην αιώνια ιστορία της η Μονή της Αγίας Τριάδας στο Έτροπολε, που ονομάζεται επίσης «Βαροβίτετς», διατηρεί φωτεινές σελίδες, γραμμένες από καλλιγράφους και ζωγραφισμένες από επιδέξιους ζωγράφους. Εδώ πριν από εκατοντάδες χρόνια αναπτύσσεται και ακμάζει μια από τις πιο παραγωγικές λογοτεχνικές σχολές στις βουλγαρικές περιοχές. Κρυμμένη βαθιά στους πρόποδες του Αίμου στην περιοχή του Έτροπολε, η μονή ακόμα αποτελεί ελκυστικό κέντρο για τους πιστούς. «Τα μοναστήρια στη Βουλγαρία κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα και της Πρώιμης Αναγέννησης λειτουργούν ως πολιτιστικά και εκπαιδευτικά κέντρα, όπου διατηρείται το βουλγαρικό πνεύμα και τη λογοτεχνική σχολή», εξηγεί ο καθηγητής διδάκτορας Χρίστο Τεμέλσκι από το Εκκλησιαστικό Ιστορικό και Αρχειακό Ινστιτούτο. Με τον καθηγητή Τεμέλσκι μιλάμε για την εμφάνιση του μοναστηριού, για τη λογοτεχνική, καλλιγραφική και ζωγραφική σχολή του:
«Η πιο διαδεδομένη άποψη είναι ότι η Μονή του Έτροπολε ιδρύθηκε γύρω από το 1158. Σύμφωνα με πληροφορίες του ιερομόναχου Χρύσανθο, που ανέφερε μπροστά στον ερευνητή λαογράφο Αλεξάνταρ Τάτσοφ, κατά τη διάρκεια της κατασκευής του ναού το 1858 βρέθηκαν δύο πλάκες για τη δημιουργία του πριν από 700 χρόνια. Η Λογοτεχνική Σχολή λειτούργησε στο τέλος του 16ου και ακμάζει κατά το πρώτο μισό του 17ου αιώνα. Εκείνη την εποχή η κοντινότερη πόλη Έτροπολε, γίνεται και μεγάλο ορυχείο και ο πληθυσμός του οικισμού δίνει λεφτά για το μοναστήρι. Στη σχολή εργάζονται λόγιοι, αντιγραφείς, καλλιγράφοι, εικονογράφοι, βιβλιοδέτες. Ο πιο γνωστός είναι ο Νταναήλ Ετροπόλσκι, από τον οποίο 13 είναι τα χρονολογημένα χειρόγραφα, ενώ άνω των 20 δεν έχουν χρονολογηθεί, άλλα προϋποθέτονται ότι είναι δικά του. (πάνω) Ένας άλλος αντιγραφής είναι ο ιερομόναχος Ραφαήλ, από τον οποίο διατηρήθηκαν 4-5 χρονολογημένα χειρόγραφα. Η δεσμευτική είναι επίσης καλλιτεχνική δραστηριότητα - ξύλινα εξώφυλλα, που τυλίγονται με επεξεργασμένο δέρμα με ανάγλυφη διακόσμηση. (αριστερά)
Ο υφηγητής Τεμέλσκι λέει ότι: «Η λογοτεχνική σχολή του Έτροπολε έχει δική της «υπογραφή». Κυριαρχούν ο σταυρός, το φίδι, το πουλί, το ανθρώπινο πρόσωπο κ.ά.» Για τα κείμενα , που αντιγράφονται στο scriptorium εξηγεί ότι πρόκειται κυρίως για εκκλησιαστικά βιβλία που απαιτούνται για την εκκλησία. «Πολλά από αυτά χάθηκαν ή καταστράφηκαν.» Ωστόσο, περισσότερα από 80 χειρόγραφα διατηρήθηκαν. «Ανάμεσά τους είναι ένα πολύτιμο χειρόγραφο του λόγιου ιερέα Ιοάν, που χρονολογείται από το 1658 και τα εξώφυλλά του φέρουν χρυσεπάργυρη διακόσμηση. (αριστερά) Ενδιαφέρον προκαλεί επίσης ένας γραμμένος από τον ίδιο σε στίχους πρόλογος από το 1636, για την επιστροφή των λειψάνων του Αγίου Ιωάννη της Ρίλας από το Τίρνοβο στο Μοναστήρι της Ρίλα το 1469.
Σχετικά με τη μοίρα της μονής κατά την Οθωμανική Κυριαρχία, ο υφηγητής Τεμέλσκι λέει:
«Το παλιό μεσαιωνικό μοναστήρι του 1158 κατά την κατάκτηση της Βουλγαρίας από τις τουρκικές ορδές καταστράφηκε. Φαίνεται ότι ξαναχτίστηκε με τη βοήθεια του πληθυσμού τον επόμενο αιώνα. Υπάρχουν κάποια προβλήματα κατά τη διάρκεια των ταραχών των τούρκων κλεφτών, που επιτέθηκαν και λήστεψαν τη μονή. Διασώθηκε όμως σε γενικές γραμμές, και μερικές φορές αποκαταστάθηκε, χάρη στους άρχοντες της πόλης, που είχαν εξάλλου και μεγάλη επιρροή.»
Η σημερινή εκκλησία χρονολογείται από το 1858. Πώς, στις συνθήκες οθωμανικής κυριαρχίας, χτίστηκε ένας τόσο εντυπωσιακός ναός;
«Μετά τη Συνθήκη Ειρήνης της Αδριανούπολης, του 1829 ξεκίνησε η εποχή του Τανζιμάτ, δηλαδή μια σειρά από μεταρρυθμίσεων με στόχο την αναδιοργάνωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Με δυο πράξεις - τη Συνθήκη Χάτι Σερίφ του 1856 και τη Συνθήκη Χάτι Χουμαγιούν δημιουργήθηκε ένα προστατευτικό πλαίσιο για τις μειονότητες και δόθηκαν αρκετά δικαιώματα στον χριστιανικό πληθυσμό - επιτρέπεται η ανακαίνιση των εκκλησιών και των μοναστηριών. Παρόμοια είναι και η κατάσταση με το μοναστήρι του Έτροπολε, που ανακαινίστηκε το 1858. Ο ηγούμενος, ο πατήρ Εμίλ, βρήκε δύο οθωμανικά έγγραφα. Το ένα είναι σουλτανικό διάταγμα του 1858 που επιτρέπει στους ντόπιους να ανανεώσει το μοναστήρι. Στο άλλο είναι γραμμένα τρεις άδειες για ανακαίνιση κατά την περίοδο 1832 – 33.»
Ο υφηγητής Τεμέλσκι συνεχίζει με πληροφορίες για τα εκκλησιαστικά αντικείμενα, που διατηρήθηκαν μέχρι τις ημέρες μας:
«Από την παλιά εκκλησία που υποτίθεται ότι είναι από το 1158, όταν η μονή ιδρύθηκε, υπάρχουν δύο ασημένιοι σταυροί, που αναφέρονται σε έγγραφα, ενώ το ασημένιο δισκοπότηρο δεν αναφέρεται πουθενά. Διατηρείται επίσης πόρτα πίσω από τον βωμό του παλαιού τέμπλου με ξυλόγλυπτη διακόσμηση και το εικονίδιο του Ναού «Τριάδα» από το 1538 με ζωγράφο τον Νεντιάλκο από το Λόβετς. Βρίσκεται στη συλλογή του Κεντρικού Ιστορικού και Αρχαιολογικού Μουσείου της Σόφιας. Η εκκλησία του 1858 δεν είχε τοιχογραφίες. Το 2007 το μοναστήρι επισκευάστηκε εξολοκλήρου. Ο ναός ζωγραφίστηκε και οι τοιχογραφίες σχεδιάστηκαν από τον υφηγητή Σάσο Ράνγκελοφ από τη Σχολή Καλών Τεχνών του Πανεπιστημίου του Βελίκο Τίρνοβο.
Μετάφραση: Πένκα Βέλεβα
Φωτογραφίες: Σβετλάνα Ντιμιτρόβα και etropolskimanastir.etropolebg.com
Στο μακρινό 1889 ο Βούλγαρος μονάρχης Φερδινάνδος εκθέτει στις αίθουσες του βασιλικού μεγάρου την προσωπική του συλλογή βουλγαρικών και τροπικών πουλιών, θηλαστικών και πεταλούδων. Έτσι τέθηκαν τα θεμέλια του πρώτου βουλγαρικού μουσείου, σήμερα..
Η ιστορία του βουλγάρικου αθλητισμού είναι πλούσια. Αυτό αποδεικνύουν και τα δεκάδες μετάλλια που φυλάσσονται στο Μουσείο Αθλητισμού της Σόφιας. Δημιουργημένο την δεκαετία του ’60, το μουσείο συγκεντρώνει αντικείμενα από το χώρο της γυμναστικής, της..
Το αρχαιολογικό συγκρότημα "Καλέτο" (το φρούριο), που βρίσκεται πάνω σε ένα βραχώδη λόφο κοντά στο ποταμό Ίσκαρ, διατηρεί ίχνη χιλιετούς ιστορίας. Τα ερείπια του αρχαίου κάστρου βρίσκονται σε κοντινή απόσταση από την πόλη Μέζντρα, σε φυσικά..