Τόνοι καρπουζιών παρέμειναν στα χωράφια λόγω έλλειψης αγορών. Η φθηνή ελληνική παραγωγή εκτοπίζει οριστικά την εγχώρια, τονίζουν οι Βούλγαροι αγρότες. Δεν υπάρχει έλεγχος των εισαγωγών από το κράτος, το κόστος έχει αυξηθεί κατά 30-40%, ενώ οι τιμές της αγοράς έπεσαν στο διπλάσιο. Αυτός είναι ο ισολογισμός, στο απόγειο του καλοκαιριού, του Γιάνκο Γιάνεφ, ενός από τους μεγαλύτερους παραγωγούς της πόλης Λιουμπίμετς. Τα γλυκά καρπούζια και τα πεπόνια ήταν κάποτε το σήμα κατατεθέν των εύφορων εδαφών της νότιας βουλγαρικής πόλης και κύρια πηγή βιοπορισμού για τους ντόπιους. Σήμερα η κατάσταση είναι τελείως διαφορετική. Τα πεπόνια δεν καλλιεργούνται σχεδόν καθόλου και η επιχείρηση με το καρπούζι γίνεται ολοένα και πιο δύσκολη.
"Φέτος, επειδή έχω αγορά, είμαι στο μηδέν. Οι άλλοι παραγωγοί, όμως, δεν είναι και τα καρπούζια τους έμειναν στα χωράφια" - λέει ο Γιάνεφ και εξηγεί οτι εισάγεται ελληνικό καρπούζι, το οποίο επιδοτείται με 0,20 ευρώ και είναι σε πολύ χαμηλή τιμή. Οι έλεγχοι των εισαγωγών είναι ανύπαρκτοι».
Ο Γιάνεφ, που εδώ και 10 χρόνια ασχολείται με το καρπούζι, καλλιεργεί 110 στρέματα γης με τις ποικιλίες Sorento και Romanza. Όπως μας λέει, πέρυσι η τιμή αγοράς των καρπουζιών ήταν 30 λεπτά (0,15 ευρώ) το κιλό και φέτος έπεσε στα 10-15 λεπτά (0,5-0,8 ευρώ). «Φέτος η σοδειά ήταν πιο φτωχή. Ο καιρός δεν ήταν καλός», μας λέει και υπολογίζει ότι το μέσο κόστος παραγωγής ανά στρέμμα ανέρχεται στα 1000 λέβα (περίπου 500 ευρώ), που σημαίνει ότι ενώ η τιμή αγοράς πρέπει να είναι τουλάχιστον 25 λεπτά (0,13 ευρώ) ανά κιλό, τώρα πωλείται με ζημία.
Παρά την δύσκολη κατάσταση, ο Γιάνεφ κατάφερε να πουλήσει περίπου 500-600 τόνους στην εγχώρια αγορά, κυρίως στις αγορές του Πλόβντιβ και του Πάζαρτζικ.
"Είναι πολύ δύσκολο να βρεις εργάτες, αλλά με 50 λέβα (περίπου 25 ευρώ) την ημέρα τα καταφέρνω", λέει ο αγρότης και τονίζει ένα άλλο σοβαρό πρόβλημα για το οποίο αδιαφορεί το κράτος. Είναι ένας από τους λίγους εγγεγραμμένους παραγωγούς αγροτικών προϊόντων στο Λιουμπίμετς, ενώ την ίδια στιγμή υπάρχουν πολλοί άλλοι στην παραοικονομία που «ούτε φόρους πληρώνουν ούτε ασφάλειες». Στη Βουλγαρία οι ευρωπαϊκές επιδοτήσεις για την παραγωγή οπωροκηπευτικών είναι εξαιρετικά χαμηλές. Ταυτόχρονα, στη γειτονική Ελλάδα οι αγρότες επιδοτούνται με πολύ περισσότερα ευρωπαϊκά κονδύλια, τόνισε ο Γιάνεφ.
"Στη Σόφια δεν υπάρχουν καρπούζια από το Λιουμπίμετς, δεν υπάρχει εγχώρια παραγωγή, όλα εισάγονται εδώ και χρόνια από την Ελλάδα. Το καρπούζι μας είναι καλύτερο, σας εγγυώμαι. Πού είναι οι εμπορικές αλυσίδες, πού είναι το κράτος", ρωτάει ο αγρότης.
"Τα πάντα κερδίζονται με πολλή δουλειά", λέει ο Γιάνκο Γιάνεφ και φοβάται ότι η παραγωγή καρπουζιού στην εύφορη περιοχή του, θα ακολουθήσει σύντομα τη μοίρα της καλλιέργειας της τομάτας.
"Στην περιοχή του Λιουμπίμετς, μετά από λίγο καιρό δεν θα υπάρχουν καρπούζια. Όπως κάποτε υπήρχαν τρία θερμοκήπια σε κάθε σπίτι και τώρα δεν υπάρχουν ντομάτες, το ίδιο θα συμβεί και με τα καρπούζια. Απλά δεν θα υπάρχουν καρπούζια", λέει ο Γιάνεφ, ο οποίος σκέφτεται να μειώσει στο μισό την καλλιεργούμενη έκταση το επόμενο έτος.
Τάνια Μπαλαμπάνοβα, ΒΕΡ-Στάρα Ζαγκόρα
Μετάφραση: Σταύρος Βανιώτης
Το ΑΕΠ αυξάνεται κατά 1,7% το πρώτο τρίμηνο του 2024 σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του 2023 και η ακαθάριστη προστιθέμενη αξία – κατά 2,2%, ανακοίνωσε η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία. Η τελική κατανάλωση καταγράφει αύξηση του 4,1%, ενώ η εξαγωγή..
1518 άνθρωποι στη Βουλγαρία έχουν καταθέσεις άνω του 1 εκατομμυρίου λέβα τον Μάρτιο του 2024, ενώ τον Μάρτιο του 2023 ήταν 1277, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Εθνικής Τράπεζας της Βουλγαρίας. Οι καταθέσεις από 200 000 έως 500 000 λέβα αυξήθηκαν..
Το πρώτο τρίμηνο του 2024 το πραγματικό ΑΕΠ της χώρας αυξάνεται με επιταχυνόμενο ρυθμό, κάτι που είναι προϋπόθεση για παρόμοια ετήσια δυναμική, αναφέρεται στο Οικονομικό Δελτίο της Εθνικής Τράπεζας Βουλγαρίας (ΕΤΒ). Στην αύξηση συνέβαλαν η βελτίωση της..
Οι συντάξεις να αυξηθούν μέσω της αύξησης των ασφαλίσεων, καθώς και να καταργηθεί η ανώτατη σύνταξη, συνιστούν από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο..